Τούμπα του Σκούρου, Μόρφου
Η Τούμπα του Σκούρου κοντά στη Μόρφου είναι μια από τις σημαντικότερες θέσεις της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Κύπρο. Ανασκάφηκε από ομάδα του Πανεπιστημίου του Harvard. Η Τούμπα του Σκούρου υπήρξε σημαντική πόλη-λιμάνι όταν ο κόλπος της Μόρφου εκτεινόταν πιο πολύ προς το εσωτερικό του νησιού. Στις 15 Αυγούστου 1974, όταν εισέβαλε ο Τούρκικος στρατός στη Μόρφου, η κεραμική που συνήθως αποθηκευόταν μέσα στο μοναστήρι του Άγιου Μάμα, μεταφέρθηκε σε ένα γηροκομείο μέσα στους Δημοτικούς Κήπους της Μόρφου και δίπλα από το Τούρκικο στρατόπεδο. Με την επέκταση του χώρου του στρατοπέδου, οι Τούρκοι στρατιώτες πέταξαν έξω το υλικό. Μερικά από τα χαμένα αντικείμενα εντοπιστήκαν στις Η.Π.Α από τους ανασκαφείς αφού φαίνεται είχαν δοθεί ως δώρα από Τούρκους κυβερνητικούς υπάλληλους.
Επιπλέον, οι ανασκαφείς (η Αρχαιολογική Αποστολή του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστόνης και το Πανεπιστήμιο του Harvard) αναφέρουν ότι σε μετέπειτα επισκέψεις, μετά λύπης τους διαπίστωσαν ότι ο αρχαιολογικός χώρος βρισκόταν σε άθλια κατάσταση. Δύο από τους μεγάλους πίθους που υπήρχαν στο χώρο εξαφανίστηκαν (Olay 3/5/82). Το ιερό κοντά στη Μύρτου διατηρούσε έναν σπάνιο βωμό με επίστεψη αποτελούμενη από ιερά κέρατα. Πρόσφατα δημοσιεύτηκε η πληροφορία (Kibris 3.1.1996) ότι η θέση έχει παραμεληθεί παντελώς και ότι έχει μετατραπεί σε χώρο βόσκησης.
Σόλοι, Μόρφου
Σόλοι: Θέατρο
Το βασίλειο των Σόλων υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά βασίλεια της Κύπρου. Βρίσκεται στην βορειοανατολική ακτή κοντά στον κόλπο του Καραβοστασίου. Ο αρχικός οικισμός χρονολογείται στην Κυπρο-Αρχαϊκή Ι-ΙΙ περίοδο παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις για πρωιμότερη κατοίκηση από Μυκηναίους αποίκους κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Η πόλη των Σόλων άνθισε κατά την Κλασσική, την Ελληνιστική, τη Ρωμαϊκή και την Πρωτοχριστιανική περίοδο. Τα ανασκαμμένα κατάλοιπα περιλαμβάνουν την οχύρωση της πόλης, το ναό της Αθηνάς, το Ελληνιστικό Ανάκτορο, το Ρωμαϊκό θέατρο, το Νυμφαίο, την Πρωτοχριστιανική Βασιλική και έναν μεγάλο αριθμό κινητών ευρημάτων τα οποία αντικατοπτρίζουν τα υψηλά πολιτιστικά επίπεδα και την ευμάρεια του βασιλείου αυτού.
Η περιοχή των Σόλων είναι μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές και τουριστικές θέσεις της Κύπρου. Εξαιτίας της κατοχής δεν έχουν γίνει προγράμματα συντήρησης του χώρου. Τις ζημιές που έχει υποστεί ο αρχαιολογικός χώρος έχουν αναφέρει πολλά άρθρα σε Τουρκοκυπριακές και ξένες εφημερίδες. Διάφορα έργα που γίνονται κατά καιρούς, όπως η υδροδότηση της περιοχής (Kibris 14.6.90, Cyprus Weekly 22.6.90), έχουν προκαλέσει πολλές ζημιές στα αρχαιολογικά κατάλοιπα τα οποία κινδυνεύουν και από την πυκνή βλάστηση που είναι φανερή σε φωτογραφίες που έχουν δημοσιευτεί στον Τουρκοκυπριακό τύπο (Turquise, Φθινόπωρο 1990, έκδοση 8, Cyprus Times 8.6.90 και 12.10.90). Έχουν επίσης συληθεί και μεγάλες ποσότητες αρχαιολογικού υλικού από τις αποθήκες της Καναδικής Αποστολής (The Guardian 11.8.76) και συχνά παρατηρούνται λεηλασίες και παράνομες ανασκαφές στους γύρω τάφους (Zaman 27.7.76). Το ανάκτορο στους Βουνούς σήμερα βρίσκεται μέσα σε στρατιωτική ζώνη και σύμφωνα με τον Τούρκικο τύπο, έχουν ισοπεδωθεί οι οχυρώσεις της πόλης (Old Magazine 3.5.82).
Ο Τουρκοκυπριακός τύπος (Haber 1.8.98) αναφέρει ότι τα πολύ σημαντικά ψηφιδωτά δαπέδου στο χώρο αυτό κινδυνεύουν να καταστραφούν ολοσχερώς αφού δεν συντηρούνται ενώ οι ‘αρχές’ αδιαφορούν πλήρως για την κατάσταση.
Σε κείμενό της προς το Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου, η French Académie des Inscriptions et Belles-Lettres εξέφρασε τις αντιδράσεις της για την καταστροφή της αρχαιολογικής αυτής θέσης, για τη σύληση του υποστατικού και των αποθηκών της Καναδικής Αποστολής.
Γαστριά- Αλαάς, Αμμόχωστος
Ένα από τα πιό σημαντικά προϊστορικά νεκροταφεία της Κύπρου με λαξευμένους στο φυσικό βράχο τάφους στους οποίους βρέθηκε μεγάλος αριθμός πλούσιων κτερισμάτων (αγγεία, ειδώλια, κοσμήματα, έργα μικροτεχνίας κ.ά.). Οι τάφοι χρονολογούνται μεταξύ του τέλους της Μυκηναϊκής και της Πρωτο- γεωμετρικής περιόδου. Οι ανασκαφές που διεξήγαγε το Τμήμα Αρχαιοτήτων διακόπηκαν απότομα λόγω της Τούρκικης εισβολής.
Σύμφωνα με δημοσιεύσεις στον Τουρκοκυπριακό τύπο (Olay Magazine 26.4.82) η θέση καταστράφηκε εξαιτίας της ανέγερσης εργοστασίου κατασκευής γύψου.
Σύμφωνα πάλι με δημοσίευση στον Τουρκοκυπριακό τύπο (Avrupa 15.4.98) εκδόθηκε άδεια σε ιδιωτική εταιρεία για την ανέγερση εγκαταστάσεων επεξεργασίας πετρελαίου πάνω από τα αρχαιολογικά κατάλοιπα στο χώρο.
Έγκωμη
Η αρχαιολογική θέση της Έγκωμης έχει ανασκαφεί εκτενέστατα και αποτελούσε κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600-1500 π.Χ.) ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της Ανατολικής Μεσογείου. Ο αρχικός οικισμός χρονολογείται στη Μέση Εποχή του Χαλκού (1725-1650 π.Χ.) και βρίσκεται σε μια πλαγιά που οριοθετείται στα ανατολικά από ένα χαμηλό βραχώδες πλάτωμα το οποίο εκτείνεται προς το σύγχρονο οικισμό της Έγκωμης. Η ανάπτυξη της οχυρωμένης αυτής αρχαίας πόλης, της φημισμένης για την εκμετάλλευση του χαλκού, και ο κοσμοπολίτικός της χαρακτήρας, οφείλονται στο ότι βρίσκεται πολύ κοντά στην ανατολική ακτή και διέθετε λιμάνι.
Η νεκρόπολη της Έγκωμης είναι γνωστή ως η πλουσιότερη νεκρόπολη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στο νησί. Στα τέλη του 19ου αιώνα διεξήχθηκαν ανασκαφές στην περιοχή. Οι πιο παραγωγικές ανασκαφές είναι αυτές που έγιναν μετά το δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στο διάστημα μεταξύ των ετών 1946 – 1955 αλλά και αυτές που έγιναν από το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου κατά τα έτη 1948 – 1958. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως ένα ανάκτορο το οποίο θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα οικιστικά οικοδομήματα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Κύπρο. Το μέγεθος της εμπορικής και της οικονομικής ανάπτυξης και του υψηλού πολιτιστικού επιπέδου της πόλης φαίνονται από τα ‘Κυκλώπεια’ οχυρωματικά έργα, τα ιερά του Κερασφόρου Θεού και από άλλα δημόσια κτίρια μαζί με το μεγάλο αριθμό Μυκηναϊκών αγγείων, ειδών μεταλλουργίας και μικροτεχνίας. Κατά το έτος 1075 π.Χ. η πόλη καταστράφηκε πιθανόν από κάποιο φυσικό φαινόμενο, μάλλον από σεισμό. Η Έγκωμη σταδιακά εγκαταλήφθηκε και την διαδέχτηκε η Σαλαμίνα η οποία βρίσκεται πιο κοντά στην ακτή. Η τελευταία αποστολή που διενήργησε ανασκαφές στο χώρο μέχρι το 1974 ήταν το Γαλλικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας (French Centre of Scientific Research).
Δημοσιεύσεις στον Τουρκοκυπριακό τύπο (Olay 3.5.82, Giornale dell’Arte no. 48, Σεπτέμβριος 1987) αναφέρουν ότι οι αποθήκες των ανασκαφών συλήθηκαν και ότι έγιναν παράνομες ανασκαφές στη νεκρόπολη. Η άγρια βλάστηση, η βόσκηση και κάποιες ενδείξεις για παράνομες ανασκαφές προκαλούν μεγάλες καταστροφές στη θέση. Λαμβάνοντας υπόψη τη σπουδαιότητα της θέσης και τους κινδύνους που την περιτρέχουν, το Τμήμα Αρχαιοτήτων υπέβαλε πρόταση όπως η Έγκωμη συμπεριληφθεί στον κατάλογο των 100 πιο απειλούμενων Μνημείων Παγκοσμίως (World Monuments’ Watch).
Σαλαμίνα
Η Σαλαμίνα υπήρξε για μεγάλο χρονικό διάστημα μια από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Κύπρου. Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε λίγο μετά τον Τρωικό πόλεμο από τον Τεύκρο, γιό του Τελαμώνα, βασιλιά του νησιού της Σαλαμίνας και αδελφού του Αίαντα. Η Σαλαμίνα είχε μεγάλο πληθυσμό ο οποίος περιλάμβανε Έλληνες, Ρωμαίους και Ανατολίτες αν και το Ελληνικό στοιχείο φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα έντονο από την αρχή της ίδρυσής της και λειτουργούσε ως το προπύργιο του Ελληνισμού στην Ανατολή και ως το σημείο επαφής του Ελληνικού κόσμου με τον κόσμο της Εγγύς Ανατολής. Από το λιμάνι της Σαλαμίνας, το οποίο υπήρξε ένα από τα κύρια εμπορικά κέντρα της ανατολής, γινόταν η εξαγωγή των βασικών προϊόντων του νησιού.
Με τις διαδοχικές κατακτήσεις της Κύπρου από τις διάφορες δυνάμεις της Εγγύς Ανατολής (Ασσύριους, Αιγύπτιους και Πέρσες), η Σαλαμίνα είχε την ίδια μοίρα που είχε και το υπόλοιπο νησί. Κατά τον 8ο και 7ο αι. π.Χ. λειτουργούσε ως ένα πλούσιο εμπορικό κέντρο με έντονη δραστηριότητα στην ανατολική Μεσόγειο. Τα πλούσια κτερίσματα των ‘Βασιλικών τάφων’ της νεκρόπολης της Σαλαμίνας φανερώνουν τα ψηλά πολιτιστικά επίπεδα της πόλης και την οικονομική της ευμάρεια. Οι Αραβικές επιδρομές του 7ου αι. μ.Χ. έδωσαν τέλος στη ζωή της αρχαίας αυτής πόλης, η οποία κατά τα πρώτα Χριστιανικά χρόνια μετονομάστηκε σε Κωνσταντία. Ο αρχαιολογικός χώρος της Σαλαμίνας καλύπτει έκταση 6χλμ² και βρίσκεται σε απόσταση 8χλμ από τα βόρεια προάστια της σύγχρονης πόλης της Αμμοχώστου.
Στον αρχαιολογικό χώρο έχουν σημειωθεί εκτενείς συλήσεις και παράνομες ανασκαφές. Το Ρωμαϊκό Γυμνάσιο είναι καλυμμένο με άγρια βλάστηση και λειτουργεί ως βοσκότοπος. Το 1983 το Τμήμα Αρχαιοτήτων έλαβε πληροφορίες ότι επιχειρήθηκε η αφαίρεση ενός κεφαλιού από το μοναδικό ψηφιδωτό του 2ου-3ου αι. μ.Χ. που βρίσκεται στα Ρωμαϊκά λουτρά μέσα στο Γυμνάσιο της Σαλαμίνας. Η Τουρκοκυπριακή εφημερίδα Olay (3.5.82, Il Giornale dell’ Arte αρ. 48, Σεπτέμβρης 1987) δημοσίευσε την πληροφορία ότι διενεργήθηκαν παράνομες ανασκαφές στη Νεκρόπολη της Σαλαμίνας. Άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι συλήθηκαν οι αποθήκες και η βάση της Γαλλικής αποστολής του Πανεπιστημίου της Lyon η οποία διενεργούσε ανασκαφές μέχρι το 1974. Η περιοχή που περιβάλλει τους αρχαιολογικούς χώρους της Σαλαμίνας και της Έγκωμης έχει διαιρεθεί σε οικόπεδα προς ανάπτυξη με αποτέλεσμα να προκληθούν μεγάλες ζημιές στα Ελληνιστικά και στα Ρωμαϊκά μνημεία (Kibris 21.9.1993 και Yeni Duzen 13.9.1993).
Η περίφραξη που είχε τοποθετηθεί γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο για να εμποδίσει τις παράνομες ανασκαφές και τις συλήσεις, έχει αφαιρεθεί.
Σαλαμίνα: Παράνομες ανασκαφές
Στις 10 Ιουλίου 1998 η Τουρκοκυπριακή εφημερίδα Kibris ανάφερε ότι κλάπηκαν δύο αγάλματα από τον αρχαιολογικό χώρο της Σαλαμίνας. Τα δύο αγάλματα (ύψους 150 εκ.) είναι αυτά της Περσεφόνης και της Κλωθώς που κοσμούσαν την ανατολική προσθήκη στο Γυμνάσιο. Τελικά ανακαλύφθηκαν κρυμμένα κοντά στον αρχαιολογικό χώρο χωρίς να έχουν καταστραφεί. Ο Τουρκοκυπριακός τύπος (Kibris 1.8.98) αναφέρει ότι ο αρχαιολογικός χώρος της Σαλαμίνας απειλείται από τις ρίζες της άγριας βλάστησης και από σκουπίδια, στοιχεία τα οποία καθιστούν το χώρο μη επισκέψιμο.
Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, από το Σεπτέμβρη του 1999 διενεργούνται παράνομες ανασκαφές στο χώρο του αρχαίου θεάτρου της Σαλαμίνας. Οι παράνομες ανασκαφές διευθύνονται από Τούρκους και Γερμανούς αρχαιολόγους με απόλυτη μυστικότητα και κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας (21.9.99). Σύμφωνα με δημοσίευμα στην Τ/K εφημερίδα Kibris (7.7.2000), το ‘Research Centre for the Archaeological and Cultural Heritage’ του ‘Πανεπιστημίου της Ανατολικής Μεσογείου’ της ψευδό-κυβέρνησης, ξεκίνησε στη Σαλαμίνα ανασκαφές στις 15 Ιουνίου 2000 οι οποίες διήρκησαν μέχρι την 31η Αυγούστου 2000, υπό τη διεύθυνση του ‘πρόεδρου’ του προαναφερθέντος ‘κέντρου’, Joskün Ozgünel. Άρθρο της εφημερίδας Yeni Düzen (15.7.2005) αναφέρει ότι οι παράνομες ανασκαφές στη Σαλαμίνα που διενεργούνται από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας συνεχίστηκαν για όγδοη ανασκαφική περίοδο το 2005.
Κερύνεια
Στην επαρχία Κερύνειας δεσπόζει η οροσειρά της Κερύνειας η οποία σχηματίζει μια στενή κορυφογραμμή κατά μήκος της βόρειας ακτογραμμής του νησιού. Στη βόρεια πλευρά απλώνεται μια στενή αλλά γόνιμη πεδιάδα στην οποία βρίσκεται η πόλη της Κερύνειας και τα σημαντικά χωριά της Λαπήθου, του Καραβά και του Αγίου Αμβροσίου.
Κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού η επαρχία Κερύνειας και το πλάτωμα στα ανατολικά της Μόρφου είχαν πυκνή κατοίκηση και αυτό φαίνεται από το μεγάλο αριθμό νεκροταφείων τα οποία αποκαλύφτηκαν από αρχαιολόγους και αρχαιοκάπηλους. Έχουν ανασκαφεί εκατοντάδες τάφοι στους Βουνούς κοντά στο Πέλλα Παϊς, στη Λάπηθο και στη Βασίλεια. Επίσης, αποκαλύφτηκαν σημαντικές οχυρωμένες θέσεις της Μέσης Εποχής του Χαλκού κοντά στο χωριό Κρηνί και στο Δίκωμο, ενώ έχουν εντοπιστεί θέσεις κοντά στην Κερύνεια και στη Μόρφου (κοντά στο χωριό Μύρτου).
Κατά την εποχή του Σιδήρου μειώθηκε ο πληθυσμός, εκτός από κάποιες περιπτώσεις όπως στη Λάπηθο, στον Καραβά, στην Αγία Ειρήνη και στο πλάτωμα Καφκάλλα στα νότια της οροσειράς της Κερύνειας. Κατά την περίοδο της Περσικής κυριαρχίας υπήρχαν στην περιοχή δύο πόλεις-βασίλεια: αυτά της Λαπήθου και της Κερύνειας. Η σπουδαιότητα της επαρχίας της Κερύνειας μειώθηκε κατά την Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή περίοδο όταν όλες οι σημαντικές δραστηριότητες μεταφέρθηκαν στις πόλεις-λιμάνια της Σαλαμίνας και της Πάφου. Σημαντική ανακάλυψη στην επαρχία Κερύνειας είναι το μοναδικό ναυάγιο του 4ου αι. π.Χ. το οποίο ανασκάφηκε από Αμερικάνικη αποστολή.
Σύμφωνα με τον Τουρκοκυπριακό τύπο, (Avrupa 28.9.98) οι Ρωμαϊκοί τάφοι της Κερύνειας υποφέρουν από την απόλυτη αδιαφορία των ‘αρχών’. Ο χώρος μπροστά από τους τάφους χρησιμοποιείται ως χώρος στάθμευσης ενώ ο χώρος πίσω από τους τάφους έχει μετατραπεί σε σκουπιδότοπο.
Αμμόχωστος
Σύμφωνα με πρωτοσέλιδο άρθρο στην Τ/Κ εφημερίδα Avrupa (23.11.99), η λειτουργία λατομείου στο χωριό Κώμα του Γιαλού είναι καταστροφική όχι μόνο για το φυσικό περιβάλλον αλλά και για τους αρχαιολογικούς χώρους της περιοχής. Το λατομείο βρίσκεται σε περιοχή με αρχαίους τάφους οι οποίοι καταστρέφονται καθημερινά από τη λειτουργία του λατομείου.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι το φράγκικο παρεκκλήσι του προφήτη Αβακούμ που βρίσκεται στην τοποθεσία ‘Χελώνες’ του Ριζοκαρπάσου, χρησιμοποιείται από έποικο ιδιοκτήτη μπυραρίας, ως στέγη για τους σκύλους του.
Αμμόχωστος: Τείχη
Σύμφωνα με δημοσίευμα στην Τ/Κ εφημερίδα Halkin Sesi (23.05.2005), τα Ενετικά τείχη της Αμμοχώστου καταρρέουν αφού δεν τυγχάνουν καμιάς συντήρησης από τις αρμόδιες κατοχικές ‘αρχές’. Τα τείχη καλύπτονται από άγρια βλάστηση και κινδυνεύουν να καταρρεύσουν. Στο ίδιο δημοσίευμα εκφράζονται παράπονα ότι ενώ τα Ενετικά τείχη της Λευκωσίας συντηρούνται με ετήσιο πρόγραμμα της UNOPS, δεν δίνεται η ίδια σημασία για τα τείχη της Αμμοχώστου.
Παράνομες ανασκαφές και καταστροφή των Μνημείων
Τα τελευταία χρόνια μπορεί να βρει κανείς στον Τ/Κ τύπο πληροφορίες για παράνομες ανασκαφές στις επαρχίες Αμμοχώστου και Κερύνειας. Παράνομες ανασκαφές και καταστροφές σε αρχαιολογικούς χώρους έχουν σημειωθεί στα χωριά: Άγιος Επίκτητος, Κρηνί, Γαληνόπορνη, Επτάκωμη, Όβγορος, Γαλάτεια, Άρδανα, Άγιος Σέργιος, Γαστριά, Έγκωμη και στη νεκρόπολη της Σαλαμίνας (Olay 03.05.1982). Παράνομες ανασκαφές σημειώθηκαν επίσης και στο δάσος Βάλεια και στα χωριά Πλατάνι, Λάπαθος και Άγιος Ιάκωβος (μετονομάστηκε σε ‘Altinova’: χρυσός τόπος λόγω των μεγάλων ποσοτήτων αρχαιολογικών ευρημάτων).
Άλλες αποδείξεις για τις παραπάνω παράνομες δραστηριότητες στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου είναι τα αντικείμενα τα οποία κατασχέθηκαν από τις τελωνειακές αρχές του Dover (UK) το 1979. Τότε είχε βρεθεί αριθμός κυπριακών αρχαιοτήτων στις αποσκευές Τουρκοκύπριου λαθρέμπορου. Ένα ακόμη εύρημα από παράνομες ανασκαφές είναι ένα σπάνιο τετράτροχο υπόθεμα της μυκηναϊκής περιόδου το οποίο πωλήθηκε στη Φρανκφούρτη από Τούρκους λαθρέμπορους αρχαιοτήτων μετά το 1974. Το αντικείμενο αυτό το αγόρασε έναντι ΚΛ £9.500 η κυπριακή κυβέρνηση με τη βοήθεια του Ιδρύματος Λεβέντη.
Σύμφωνα με την Τ/Κ εφημερίδα Kibris (21.04.1999), ανακαλύφθηκε αρχαίος τάφος του 8ου αι. π.Χ. σε τοποθεσία μεταξύ των κατεχόμενων χωριών Γύψου και Λευκονοίκου στην επαρχία Αμμοχώστου. Τα ευρήματα του τάφου ήταν διάφορα κεραμικά αντικείμενα όπως αμφορείς και άλλα αγγεία που χρονολογούνται στην Αρχαϊκή περίοδο. Η ίδια εφημερίδα (31.12.1999) δημοσίευσε ότι σε σπίτι στο κατεχόμενο χωρίο Άγιος Σέργιος στην επαρχία Αμμοχώστου ανακαλύφθηκε κεφάλι με στεφάνι δάφνης από άγαλμα περίπου 2400 ετών. Το κεφάλι ανακάλυψε και παρέδωσε στο ούτω καλούμενο ‘Τμήμα Αρχαιοτήτων’ η Γερμανίδα υπήκοος κα. Erika Bonstein, κάτοικος του σπιτιού.
Η Τ/Κ εφημερίδα Yeni Demokrat (06.01.2000) σημειώνει ότι η καταστροφή αρχαιοτήτων και αρχαιολογικών μνημείων στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού συνεχίζεται. Αναφέρεται χαρακτηριστικά η καταστροφή της ‘οικίας των Λουζινιάν’, της καθολικής εκκλησίας και της δεξαμενής στο χωρίο Εληά της Μόρφου, επαρχία Λευκωσίας. Η εφημερίδα αναφέρει ότι η καθολική εκκλησία έχει μετατραπεί σε στάβλο ενώ έχουν κτιστεί νέες εγκαταστάσεις κοντά στη δεξαμενή.