«…η άφιξη και εγκατάσταση των Τούρκων εποίκων είναι το πιο αξιοσημείωτο δημογραφικό γεγονός στην Κύπρο από το 1974…»
Αυτό είναι το συμπέρασμα το 1992 της έκθεσης του Α. Κουκό, Εισηγητή στην Επιτροπή για τη Μετανάστευση, τους Πρόσφυγες και τη Δημογραφία της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης. Οι έποικοι πλέον ξεπερνούν αριθμητικά τους γηγενείς Τουρκοκυπρίους σε αναλογία 2:1. Ο αριθμός τους εκτιμάται περίπου σε 160.000 και συνεχίζει να αυξάνεται. Οι έποικοι αυτοί:
- Δεν είναι οικονομικοί μετανάστες
- Δεν είναι εποχιακοί εργάτες
- Δεν είναι πρώην κάτοικοι της Κύπρου που επιστρέφουν στο νησί
Οι έποικοι είναι κυρίως βοσκοί, χωρικοί, χειρώνακτες από την Ανατολία, μαζί με έναν μικρό αριθμό από μάνατζερ, επιχειρηματίες και συνταξιούχους Τούρκους στρατιωτικούς που στάλθηκαν στην Κύπρο βάσει προμελετημένου και συστηματικού πολιτικού σχεδίου της τουρκικής κυβέρνησης που αποσκοπεί:
- Στην αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της Κυπριακής Δημοκρατίας
- Στη δημιουργία μίας νέας πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας μετά την ολοκλήρωση της εθνοκάθαρσης της κατεχόμενης Κύπρου
- Στο να προκαταλάβει οποιαδήποτε μελλοντική πολιτική διευθέτηση επικαλούμενη ανθρωπιστικούς, ιδιοκτησιακούς ή άλλους λόγους
- Στη μεταβολή της δημογραφικής δομής της τουρκοκυπριακής κοινότητας
- Στον έλεγχο της πολιτικής δύναμης στην κατεχόμενη Κύπρο μέσω της εξάρτησης των εποίκων από τις κατοχικές αρχές
- Στην εξασφάλιση εκπαιδευμένων εφεδρειών για τον στρατό κατοχής. Όλοι οι άρρενες έποικοι έχουν εισέλθει στην Κύπρο μετά την εκπλήρωση της στρατιωτικής τους θητείας στην Τουρκία
Οι διαστάσεις του προβλήματος των εποίκων:
Η πλημμυρίδα των περίπου 160.000 εποίκων μαζί με έναν αριθμό Τούρκων στρατιωτών που υπολογίζεται σε 43.000 άνδρες έχει δημιουργήσει κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που οδήγησαν στη φυγή των γηγενών Τουρκοκυπρίων προς τη Δυτική Ευρώπη και την Αυστραλία. Σήμερα, στο νησί παραμένουν μόνον 88.900 Τουρκοκύπριοι από τους περίπου 116.000 του 1974. Τα ακόλουθα στοιχεία είναι ενδεικτικά των μεταβαλλόμενων δημογραφικών δεδομένων στην κατεχόμενη Κύπρο:
- Τουρκοκυπριακά δεδομένα δείχνουν ότι κατά την τελευταία δεκαετία ο πληθυσμός της κατεχόμενης Κύπρου έχει αυξηθεί στα 240.000 άτομα, μία αφύσικη αύξηση της τάξης του 31,7%
- Ο αριθμός των «καταγεγραμμένων ψηφοφόρων» στην κατεχόμενη Κύπρο έχει διπλασιαστεί από 75.781 το 1976 στους 151.635 το 2006. Ο αριθμός αυτός εμφανίζεται να μεγαλώνει ιδίως πριν από κάθε «εκλογική διαδικασία» στην κατεχόμενη Κύπρο
- Η αναλογία του ενός Τούρκου στρατιώτη για κάθε έξι πολίτες είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη
- Το 2004, τη χρονιά του δημοψηφίσματος για το «Σχέδιο Ανάν», εισήλθαν στην Κύπρο περίπου 40.000 Τούρκοι έποικοι
- Περίπου 34.000 «τίτλοι ιδιοκτησίας» που αφορούσαν κυρίως ιδιοποιημένες περιουσίες Ελληνοκυπρίων έχουν χορηγηθεί σε Τούρκους εποίκους οι οποίοι, από το 2002, επιτρέπεται να πωλούν αυτούς τους «τίτλους» σε τρίτους εκτός από Ελληνοκυπρίους, αποκομίζοντας ένα καλό κέρδος
- Έποικοι αποτελούν το 90% του πληθυσμού στη χερσόνησο της Καρπασίας
- Έποικοι έδωσαν τη νικητήρια διαφορά υπέρ της αποδοχής του «Σχεδίου Ανάν» στην κατεχόμενη περιοχή στο δημοψήφισμα του 2004.
Οι έποικοι δελεάστηκαν για να έλθουν στην κατεχόμενη Κύπρο από κίνητρα που τους προσέφεραν οι κατοχικές αρχές και η υποτελής τους τοπική διοίκηση. Στα κίνητρα αυτά περιλαμβάνονται:
- «Υπηκοότητα» και/ή μόνιμη διαμονή στη μη αναγνωρισμένη «ΤΔΒΚ» με δικαίωμα ψήφου
- Άδειες εργασίας και ευνοϊκή μεταχείριση στην απασχόληση και στην παροχή στέγης και κλήρου
- Πρόσβαση στη βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση και σε άλλες εξωτερικές πηγές βοήθειας που προορίζονταν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα
- Η προοπτική ευκολότερης πρόσβασης σε κάποια άλλη χώρα της ΕΕ.
Η συνεχής εισροή εποίκων, η απόκτηση «υπηκοότητας» και η συμμετοχή τους στην πολιτική ζωή της κατεχόμενης Κύπρου έχουν επικριθεί ακόμη κι από Τουρκοκυπρίους ηγέτες, μεταξύ των οποίων οι κ. Οζγκέρ Οζγκούρ, Μουσταφά Ακιντσί, αλλά και ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ προτού γίνει «πρόεδρος» της μη αναγνωρισμένης «ΤΔΒΚ». Αυτοί οι Τουρκοκύπριοι ηγέτες έχουν επίσης επισημάνει τις κοινωνικές και πολιτισμικές εντάσεις που δημιουργήθηκαν από τους εποίκους σε μία κατά τα άλλα συνεκτική και κατά κύριο λόγο κοσμική τουρκοκυπριακή κοινότητα. Οι εντάσεις αυτές οφείλονται κυρίως:
- Στην ευνοϊκή μεταχείριση των εποίκων σε επίπεδο απασχόλησης και στέγασης από τις αρχές κατοχής
- Στην αύξηση της εγκληματικότητας στην περιοχή
- Στην αυξανόμενη πολιτισμική επιρροή του φονταμενταλιστικού Ισλάμ στην κατεχόμενη Κύπρο
Η τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν είναι σε θέση να ελέγξει την εισροή των εποίκων ή να μεταβάλει την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης. Αυτή είναι ακόμη μία ένδειξη του αποφασιστικού ελέγχου που ασκεί η Τουρκία στην κατεχόμενη Κύπρο. Οι ενέργειες της Τουρκίας αποτελούν σαφή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων και συνθηκών που επικύρωσε η Τουρκία, και κυρίως της Τέταρτης Σύμβασης της Γενεύης του 1949, της συνθήκης της Ρώμης του 1998 για την ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, και του 1ου Πρωτοκόλλου της Τέταρτης Σύμβασης της Γενεύης του 1949. Η Τουρκία έχει αγνοήσει εκκλήσεις των Ηνωμένων Εθνών και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για αναστολή του εποικισμού της Κύπρου. Η Τουρκία έχει επίσης αγνοήσει προτάσεις τόσο της κυπριακής κυβέρνησης όσο και του Εισηγητή στην Επιτροπή για την Μετανάστευση, τους Πρόσφυγες και τη Δημογραφία του Συμβουλίου της Ευρώπης Α. Κουκό. Οι προτάσεις αυτές καλούν την Τουρκία να επιβάλει προσωρινή αναστολή στην εισροή εποίκων και να προχωρήσει σε μία απογραφή πληθυσμού υπό διεθνή εποπτεία. Με την απογραφή θα μπορούσε επίσης να καθοριστεί ποιος δικαιούται την ιδιότητα του πολίτη σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης του 1960 με την οποία δημιουργήθηκε η Κυπριακή Δημοκρατία.
Η περιφρόνηση της Τουρκίας προς τις διεθνείς της υποχρεώσεις αποτελεί ακόμη μία ένδειξη του αντικειμενικού στόχου της διχοτομικής και μεροληπτικής πολιτικής της στην κατεχόμενη Κύπρο.
«…Η Συνέλευση είναι πεπεισμένη ότι η παρουσία εποίκων συνιστά μία διαδικασία συγκαλυμμένου εποικισμού και ένα επιπρόσθετο και σοβαρό εμπόδιο για μία ειρηνική επίλυση του κυπριακού προβλήματος που θα επιτευχθεί μέσω διαπραγματεύσεων … [η Συνέλευση]… καλεί την Τουρκία καθώς επίσης και την τουρκοκυπριακή υποτελή της τοπική διοίκηση… να τερματίσουν τη διαδικασία του εποικισμού από Τούρκους εποίκους…»
(Συμβούλιο της Ευρώπης, Κοινοβουλευτική Συνέλευση, Σύσταση 1608 (2003), 24 Ιουνίου 2003, παρ. 6 και 7).