ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Τα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Κύπρου είναι πανομοιότυπα με αυτά της Ελλάδας.
Για το στόλισμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου, οι παλαιότεροι έκοβαν κυπαρίσσια και πεύκα από το δάσος. Στη συνέχεια, στόλιζαν τα δέντρα αυτά με κουκουνάρια που έβαφαν σε διάφορα χρώματα. Επίσης, έβαζαν μπαλόνια και διάφορα χειροποίητα στολίδια.
Μία εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα, σε όλα τα σπίτια φτιάχνονται τα χριστουγεννιάτικα γλυκά, όπως τα μελομακάρονα, οι κουραμπιέδες, τα σοκολατάκια.
Την Παραμονή των Χριστουγέννων όλες οι νοικοκυρές ζυμώνουν και ψήνουν χριστόψωμα που στην κυπριακή διάλεκτο λέγονται «πίττες», «κουλλούρκα», «δακτυλιές» και «γρισταρκές» ανάλογα με το σχήμα και το ψήσιμό τους. Όλα αυτά τα είδη ψωμιού λέγονται σισαμωτά, γιατί είναι σκεπασμένα με σισάμι.
Το χριστουγεννιάτικο τραπέζι είναι πάντα γιορτινό και μαζεύεται όλη η οικογένεια. Στο τραπέζι είναι απαραίτητη η γεμιστή γαλοπούλα και η σούπα αυγολέμονο.
ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ
Την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς η οικογένεια στρώνει το τραπέζι που «θα φιλοξενήσει» τον Αϊ-Βασίλη. Πάνω στο τραπέζι οι νοικοκυρές τοποθετούν τη βασιλόπιτα, κόλλυβα, ένα αναμμένο κερί, ένα ποτήρι κρασί και το πορτοφόλι του πατέρα για να έρθει ο Άγιος να φάει, να πιει και να τα ευλογήσει.
Ένα άλλο έθιμο που σώζεται μέχρι τις μέρες μας και που σχετίζεται με την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς είναι το έθιμο της ελιάς. Όλη η οικογένεια μαζεύεται γύρω από το τζάκι και μικροί μεγάλοι ρίχνουν φύλλα χλωρής ελιάς στη φωτιά για να μαντέψουν αν κάποια πρόσωπα τους αγαπούν. Την ώρα που ρίχνουν την ελιά στα κάρβουνα λένε τα παρακάτω λόγια:
« Αϊ-Βασίλη βασιλιά, δείξε τζιαι φανέρωσε αν μ’ αγαπά ο..............»
Αντο φύλλο της ελιάς πεταχτεί με κρότο,σημαίνει πως τους αγαπά το πρόσωπο που έβαλαν στο μυαλό τους. Αν δεν ακουστεί κανένας κρότος και η ελιά καεί, τότε συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ
Μόλις τελειώσει η πρωτοχρονιάτικη λειτουργία, η οικογένεια επιστρέφουν στο σπίτι, όπου κόβουν την πατροπαράδοτη βασιλόπιτα. Το πρώτο κομμάτι το προσφέρουν στο Χριστό, το δεύτερο στους φτωχούς ανθρώπους, το τρίτο στο νοικοκύρη και τα υπόλοιπα μοιράζονται σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Όποιος βρει το κρυμμένο νόμισμα θα είναι τυχερός όλη τη χρονιά.
ΦΩΤΑ
Την ημέρα των Φώτων όλος ο κόσμος πηγαίνει στην εκκλησία για να παρακολουθήσει τη Βάπτιση του Χριστού. Στην εκκλησία ο κόσμος πίνει από το αγιασμένο νερό, το δρόσο. Την ίδια μέρα σε όλες τις παραλιακές πόλεις ο ιερέας ρίχνει μέσα στη θάλασσα το σταυρό για να αγιαστούν τα νερά και οι πιο καλοί κολυμβητές βουτούν στα κρύα νεράγια να τον πάρουν.
Την ημέρα των Φώτων τα παιδιά γυρίζουν στις γειτονιές και στους συγγενείς τους και τους λένε ένα τραγούδι με σκοπό να πάρουν χρήματα: «Καλημέρα και τα Φώτα και την Πουλουστρίνα πρώτα»
Το γλύκισμα της ημέρας των Φώτων, που ετοιμάζουν οι νοικοκυρές είναι τα ξεροτήγανα (τύπος λουκουμάδων). Κατά το έθιμο, τα παιδιά όχι μόνο τρώνε αλλά ρίχνουν και στη στέγη του σπιτιού ξεροτήγανα μαζί με κομματάκια λουκάνικου για να τα φάνε οι καλικάντζαροι και να φύγουν. Την ίδια ώρα, τραγουδούν το ακόλουθο ποίημα:
«Τιτσίν τιτσίν λουκάνικο
μασιαίρι μαυρομάνικο,
κομμάτι ξεροτήανο
να φάτε τζιαι να φύετε»
Για τα Φώτα ο λαός πιστεύει πως είναι η μέρα που φεύγουν οριστικά οι καλικάντζαροι, γιατί φοβούνται την αγιαστούρα του παπά. Ο τρόμος τους αρχίζει από την Παραμονή των Φώτων που γίνεται ο μικρός αγιασμός των παπάδων. Γι αυτό και το έθιμο του λαού λέει:
«Στις πέντε του Γενάρη
Φεύγουν οι καλικαντζάροι»
Αλλά ο μεγάλος τους τρόμος είναι τα Φώτα. Εκείνα τους διώχνουν ολότελα.
Φεύγουν τότε λέγοντας:
«Φεύγετε να φεύγουμε
κι έφτασε ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του…»
ΑΠΟΚΡΙΕΣ
Οι Αποκριές στην Κύπρο λέγονται «Σήκωσες». Αρχίζουν από την Κυριακή της Απόκρεω, που λέγονται και «Σήκωσες της Κρεατινής» και διαρκούν μια βδομάδα, μέχρι την επόμενη Κυριακή, τις «Σήκωσες της Τυρινής».Πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχουμε την «Τσικνοπέφτη», γιατί αναδίδεται από τις καπνοδόχους των σπιτιών η τσίκνα από τα κρέατα που ψήνονται. Το Σάββατο που ακολουθεί λέγεται πρώτο Ψυχοσάββατο. Ψυχοσάββατο, γιατί είναι αφιερωμένο στις ψυχές των πεθαμένων και πρώτο, γιατί προηγείται του δεύτερου και του τρίτου, που είναι αφιερωμένα στους ιερείς και τους σκοτωμένους αντίστοιχα. Κατά τους εσπερινούς συνηθίζεται να παίρνουν στην εκκλησία κόλλυβα «για να μακαριστούν οι πεθαμένοι».Την πρώτη Σήκωση συνηθίζουν να κάνουν ψητό, μακαρόνια με βραστό κοτόπουλο, αρνιά παραγεμιστά κτλ. Μετά από το ξεφάντωμα της πρώτης Σήκωσης σηκώνεται το κρέας από το τραπέζι και αρχίζει η Εβδομάδα της Τυροφάγου κατά την οποία οι πιστοί απέχουν από την κατανάλωση κρέατος.Την Κυριακή της Τυρινοσήκωσης σηκώνονται από το τραπέζι και τα γαλακτοκομικά,για να αρχίζει από την επομένη, μέρα της Καθαράς Δευτέρας, η νηστεία της Σαρακοστής ή του «Σαρανταήμερου» που τελειώνει τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου με το άκουσμα του «Καλού Λόγου». Πολλά είναι τα χαρακτηριστικάτων ημερών αυτών σε διάφορες περιοχές του τόπου μας.
Εθιμα της περιοχής Μόρφου
Στην περιοχή της Μόρφου τη μέρα της Τσικνοπέμπτης έλεγαν ότι«τζι’ οι σιύλλοι έν χορτασμένοι». Σε μερικά χωριά (Αστρομερίτης)έπρεπε να φάνε και ξυνόγαλα (γιαούρτι) για να μη μαυρίσουν. Στον εσπερινό της Κυριακής προς τη Δευτέρα της Τυροφάγου σε μερικά χωριά(Ζώδια και Περιστερώνα) γινόταν το «καλόν στάδιον». Μετά το τέλος του εσπερινού οι γέροντες φιλούσαν το χέρι του ιερέα που τους ευχόταν «καλόν στάδιον», δηλαδή να περάσουν καλά το στάδιο των νηστειών.Σε απάντηση αυτοί εύχονταν «και τη Λαμπρήν αχώριστοι», δηλαδή και τη Λαμπρή να μην είναι χωρισμένοι μεταξύ τους, εννοώντας να μην πεθάνουν μέχρι το Πάσχα.
Κατά τη νύκτα οι φιλικές οικογένειες μαζεύονταν στο σπίτι του πλουσιότερου ή του πιο αξιοσέβαστου μέλους τους για την καθιερωμένη διασκέδαση.Οι πλούσιες νοικοκυρές είχαν τραπεζομάντιλα μήκους περίπου 8-10 μέτρων και κάθονταν πάνω σε ψάθες 30-40 άτομα.
΄Εθιμα της περιοχής Κυθρέας
Στην Κυθρέα έστηναν σούσες στο ύπαιθρο, συνήθως πάνω σε δέντρα.Οι σούσες κρεμάζονταν τις Σήκωσες της Τυρινής.Την Κυριακή της Τυρινής όλες οι νοικοκυρές ξυπνούσαν από τα χαράματα και ετοίμαζαν τις φορεσιές με τις οποίες θα μασκαρεύονταν το βράδυ.Αλλού όμως, όπως σε μερικά χωριά της Μεσαορίας, οι μασκαράδες τολμούσαν και κυκλοφορούσαν με το φως της ημέρας, ανταλλάσσοντας πειράγματα με τον κόσμο.Οι γυναίκες του σπιτιού είχαν όλη την ευθύνη για την ετοιμασία των τόσο νόστιμων σπιτίσιων φαγητών, γαλακτερών και ζυμαρικών, αφού το κρέας είχε σηκωθεί από το τραπέζι την προηγούμενη Κυριακή της Απόκρεω.
΄Εθιμα της περιοχής Λευκονοίκου
Στο Λευκόνοικο, εκτός από τις «ραφκιόλες» με χαλλούμι, τα πουρέκκια της αναρής και τις τυρόπιτες,έφτιαχναν και αυτοσχέδια σπιτίσια μακαρόνια.Αυτά γίνονταν με τον πιο κάτω τρόπο :
Από τους πρόποδες του Πενταδαχτύλου μάζευαν ένα είδος φυτού, που σύχναζε σε μέρη όπου υπήρχε νερό, το λεγόμενο «σκλυνίτζιην».Αφού το καθάριζαν καλά, άνοιγαν την έτοιμη ζύμη από σιμιγδάλι ή αλεύρι και τύλιγαν μέσα το«σκλυνίτζιην» κουλουρώνοντάς το σε σχήμα μακαρονιού.Στη συνέχεια, έκοβαν το έτοιμο μακρόστενο μακαρόνι σε κομμάτια που είχαν μέγεθος τεσσάρων δακτύλων.Κόβοντας κάθε κομμάτι, αφαιρούσαν από μέσα και το «σκλυνίτζιην» και αφού τοποθετούσαν τα μακαρόνια σεπανέρι, τα έβαζαν στον ήλιο για να στεγνώσουν.Τα μακαρόνια αυτά τα έβραζαν σε παχύ ζωμό βραστής κότας και τα πασπάλιζαν με τριμμένο χαλλούμι.
Από το τραπέζι δεν έλειπαν, βέβαια, τα χαλλούμια, τα αυγά και τα ψαρικά.Επίσης, έτρωγαν και χόρτα που αφθονούσαν τέτοια εποχή στους κάμπους.Μάζευαν αγρέλια, στρουθούκια, χωστές και τα τηγάνιζαν με αυγά.
΄Εθιμα της περιοχής Μεσαορίας
Εκτός από τα φαγητά στο τραπέζι της Σήκωσης υπήρχαν και τα απαραίτητα γλυκίσματα. Συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν το «κατείφιν», οι «πισσιή(δ)ες» και «οι πίττες της σάτζιης». Βασιλιάς όμως όλων των γλυκισμάτων ήταν η «τσιππόπιττα», που γινόταν με την «τσίππαν του γαλάτου» των προβάτων, που το συνήθιζαν κυρίως στα χωριά της Μεσαορίας.
ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ
Η ονομασία Καθαρά Δευτέρα προέρχεται από τον καθαρισμό των σωμάτων και των ψυχών που αρχίζει τη μέρα αυτή και συνεχίζεται για πενήντα μέρες με τη νηστεία. Εκτός από την έξοδο των ανθρώπων στα βουνά και σε εξοχικά μέρη για να «κόψουν την μούττην της Σαρακοστής» με νηστίσιμα φαγητά πολλές νέες κοπέλες που ήθελαν να παντρευτούν και πολλές γριές νήστευαν τρεις μέρες, έκαναν δηλαδή «τριμέρι» και την τέταρτη μέρα μεταλάμβαναν. Τις τρεις αυτές ημέρες δεν έτρωγαν τίποτα φαγώσιμο. Μετά από τηΘεία Μετάληψη, οι άλλες γυναίκες έφερναν σ’αυτές που έκαναν«τριμέρι», πίττεςτου σατζιού, χαλουβά, ελιές, πορτοκάλια και άλλα φαγώσιμα. Επίσης, οι νεαρές, για να προβλέψουν το μέλλοντα σύζυγό τους, χρησιμοποιούσαν την «αρμυροκουλλούραν».΄Ολη τη μέρα της Καθαράς Δευτέρας δεν έτρωγαν τίποτα και κοσκίνιζαν αλεύρι «αξινόστραφα», με το αριστερό τους χέρι.Το ζύμωναν επίσης με το αριστερό και έφτιαχναν πίττα την οποία έψηναν στο «σάτζιν». Κατά τη δύση του ήλιου, όταν επέστεφαν από τον εσπερινό, έκοβαν ένα κομμάτι και το έτρωγαν και το υπόλοιπο το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους. Έτσι πίστευαν ότι το βράδυ θα έβλεπαν στο όνειρο τους το μέλλοντα σύζυγο τους.Αν επαναλάμβαναν αυτή τη διαδικασία τρεις φορές πίστευαν ότι θα έβρισκαν όμορφο σύζυγο.
΄Όλη αυτή την περίοδο της Αποκριάς οι άνθρωποι του λαού μας χαίρονταν με την ψυχή τους, γλεντούσαν και ξεχνούσαν τα βάσανα και τους πόνους τους. Ήταν μια περίοδος ξεκούρασης από την καθημερινή δύσκολη ζωή.
Πάσχα στην Κύπρο
Το Πάσχα στην Κύπρο, σύμφωνα με τον μακαριστό εξέχοντα λαογράφο Γεώργιο Χ. Παπαχαραλάμπους, αποκαλείται στο κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα «Πάσκαν». Πάσχα ονομάζονται στην Κύπρο και οι εορτές των Χριστουγέννων και της Παναγίας, στις 15 Αυγούστου, επειδή προηγούνται νηστείες. Οι άνθρωποι στα χωριά, αλλά και στις πόλεις εύχονται ο ένας στον άλλον « Καλό Πάσκαν να φθάσωμεν».
Ο κ. Παπαχαραλάμπους αναφέρει ότι παλιότερα την Μεγάλη Πέμπτη δεν εργάζονταν οι σιδηρουργοί για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους, διότι ο Πιλάτος τους ζήτησε τρία καρφιά για την Σταύρωση του Χριστού και αυτοί έκαναν περισσότερα.
Σύμφωνα με τον ίδιο τη Μ. Πέμπτη στις εικόνες των εκκλησιών κρεμούν μαύρα καλύμματα και το βράδυ γίνεται αναπαράσταση της Σταύρωσης. Ο ιερέας συνοδευόμενος από τους ψάλτες περιφέρει τον Εσταυρωμένο και τον τοποθετεί στο κέντρο του ναού.
Οι εκκλησιαζόμενοι έβαζαν κάτω από το αναλόγιο φιάλες με νερό για να αγιαστεί την ώρα που ο παπάς διάβαζε τα 12 ευαγγέλια. Το νερό αυτό χρησίμευε για αγιασμό και για το προζύμι των πασχαλινών άρτων. Το προζύμι αυτό το χρησιμοποιούσαν για ζύμωμα όλο το χρόνο, και αν χρειαζόταν να δανειστεί από αυτό άλλη οικογένεια, δεν έπρεπε να το δει ούτε ξένος ούτε ο ήλιος.
Την Μ. Παρασκευή σε ανάμνηση του όξους που έδωσαν στον Χριστό, όταν είπε «διψώ» πάνω στον σταυρό, συνηθίζουν να μαγειρεύουν φακές με ξύδι
Την Κυριακή του Πάσχα τρώνε κρέας, ψητό αρνί, το οποίο ήταν και είναι απαραίτητο στο πασχαλινό τραπέζι.
Η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Φρόσω Ηγουμενίδου σημειώνει σε σχετική μελέτη της ότι «το ψητό αρνί ήταν έδεσμα σπάνιο τον υπόλοιπο χρόνο, προορισμένο μόνο για εξαιρετικές περιπτώσεις και μεγάλες γιορτές. Ο αμνός (αρνί) είναι χριστιανικό σύμβολο. Ο ίδιος ο Χριστός ονομάζεται «ο Αμνός του Θεού»».
Η συγγραφέας Φλωρεντία Κυθραιώτη μας επεσήμανε ότι το Πάσχα των Ορθοδόξων είναι συνδεδεμένο με τον αμνό. Η ελληνική κουζίνα ακολουθώντας αυτούς τους συμβολισμούς, γιορτάζει το Πάσχα καταναλίσκοντας εν αφθονία τον πολυπόθητο αμνό. Κομματιαστό ή ολόκληρο, περασμένο σε σούβλα - το γνωστό οβελία - ψητό στο φούρνο, παραγεμιστό με τυρί, ρύζι και αρωματικά βότανα της 'Άνοιξης, ο αμνός είναι το κύριο έδεσμα της σημαντικότερης γιορτής του έτους.
Στην Κύπρο, σημειώνει, η οποία δεν παρουσιάζει πολύ μεγάλες κλιματολογικές αλλαγές οι διαφορές αυτές είναι σχεδόν δυσδιάκριτες, αλλά όταν τις ψηλαφούμε είναι πολύ ενδιαφέρουσες.
Το κατ΄ εξοχήν, όμως, πασχαλινό κυπριακό έδεσμα, σύμφωνα με την καθηγήτρια Φρόσω Ηγουμενίδου, είναι οι «φλαούνες» που φτιάχνονται το Μ. Σάββατο.
Η λέξη θεωρείται ότι προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό παλάθη - flado «flaon» φλαούνα (η παλάθη ήταν παρασκεύασμα με ξηρά φρούτα. Από την παραμονή ετοιμάζεται η γέμιση, ο «φουκός», από τριμμένο ειδικό τυρί που γίνεται αυτή την εποχή του χρόνου, προζύμι, πολλά αυγά, σταφίδες και διάφορα μυρωδικά, όπως μέχλεπι, μαστίχα, δυόσμο, κανέλα. Για κάθε «φλαούνα», ορισμένη ποσότητα γέμισης τοποθετείται σε φύλλο ζύμης, ανοιγμένο σε μικρή πίτα, που διπλώνεται στα πλευρά σε τετράγωνο, τρίγωνο ή στρογγυλό σχήμα. Οι «φλαούνες» αλείφονται με αυγό και σουσάμι και ψήνονται στο φούρνο. Τρώγονται μετά την Ανάσταση το Μεγάλο Σάββατο.
Οι προετοιμασίες για το Πάσχα ξεκινούν από την αρχή της Μ.Εβδομάδας, ακόμα κι από το «Σάββατο του Λαζάρου». Μικρά παιδιά γύριζαν, σήμερα αυτό γίνεται ίσως σε μερικά χωριά, από σπίτι σε σπίτι για να πούν τον Λάζαρο ή το τραγούδι του Λαζάρου:
«'Αρχοντες Καλή μέρα σας
Καλή γιορτή απάνω σας.
Ήλθαν τα Βάγια ήλθασιν
Και του Λαζάρου έγερσις.
Τ'Α 'Αγια Πάθη του Χριστού
Αξίως προσκυνήσωμεν
Και την Λαμπράν Ανάστασιν
Καλώς να την εφθάσωμεν».
Ακολουθεί στον ίδιο ρυθμό ολόκληρη η ιστορία της ανάστασης του Λαζάρου που μοιάζει προπομπός της Ανάστασης του Χριστού. Σαν αμοιβή προσφέρονταν στα παιδιά αυγά, κάτι που αφθονούσε στα σπίτια, αφού η νηστεία των ημερών δεν ευνοούσε την κατανάλωσή τους. Ήταν όμως και πολύ χρήσιμα γιατί άλλα θα τα «κοκκινήσουν» θα τα βάψουν δηλαδή οι νοικοκυρές κόκκινα για το πατροπαράδοτο τσούγκρισμα... και άλλα θα γίνουν «φουκός» -γέμισμα δηλαδή- για τις φλαούνες.
Ένα άλλο τραγούδι για τον Λάζαρο, τα κόκκινα αυγά και το έθιμο του τσουγκρίσματος των αυγών μετά την Ανάσταση είναι και το ακόλουθο:
«Ο Λάζαρος ο Δήμητρος
Ο κότσιηνο πεθύμητος
Ακούσαν τον οι όρνιθες
Τζ'Α (και) εκάτσαν να γεννήσουν
Τ'Α αυκά να κοτσιηνήσουν (κοκκινήσουν)»
Τη Μεγάλη Παρασκευή οι πιστοί πάνε να παρακολουθήσουν την Αποκαθήλωση και τα εγκώμια. Το στόλισμα του Επιταφίου με λουλούδια και γενικά η όλη τελετή θυμίζει την αρχαία γιορτή των Κυπρίων τα Αδώνια, στην οποία απαντώνται και άλλα στοιχεία της χριστιανικής θρησκείας, όπως λ.χ. η Ανάσταση του Λαζάρου, λέει ο λαογράφος Α. Ρουσουνίδης..
Γύρω στο μεσημέρι της Μ. Παρασκευής ο Επιτάφιος είναι κιόλας στολισμένος από άνθη.Τα λουλούδια του Επιταφίου που τα μοιράζει ο παπάς στους πιστούς όταν τον προσκυνούν, φυλάγονται για θυμίαμα για τους αρρώστους.
Στον Καραβά της κατεχόμενης σήμερα Κερύνειας και στην Επταγώνια της Λεμεσού τα λουλούδια του Επιταφίου δίδονταν στον μεταξοσκώληκα για να ευλογηθεί και να κάμει πλούσιο μετάξι.
Οι κάτοικοι των ορεινών χωριών συνηθίζουν να παίρνουν στον Επιτάφιο τα γνωστά αγριολούλουδα που μοιάζουν πολύ με τη λεβάντα, τις μυροφόρες. Και τις θεωρούν απαραίτητες για το στόλισμα του Επιταφίου, ίσως προς ανάμνηση των Μυροφόρων, αλλά και για το γλυκύ, λεπτό άρωμα τους. Πολύ βασικό αρωματικό φυτό της Κύπρου στο στόλισμα του Επιταφίου ήταν η μυρσίνη, η μερσινιά όπως τη λέει ο λαός. αποτελούσε τη βάση, τον κορμό του στολισμού, πάνω στον οποίο στήριζαν τα υπόλοιπα λουλούδια
Το απόγευμα κυρίως στις πόλεις μικροί και μεγάλοι πηγαίνουν από τη μια εκκλησιά στην άλλη για να προσκυνήσουν τον Επιτάφιο και να δούνε σε ποιά εκκλησία είναι καλύτερα στολισμένος.
Το Μ. Σάββατο το πρωί κατά την «Πρώτη Ανάσταση», όταν ο ιερέας ψάλλει «Ανάστα ο Θεός, κρίνων την γη», σκορπίζοντας δάφνες στην εκκλησία, πέφτουν τα μαύρα καλύμματα από τις εικόνες και το εκκλησίασμα χτυπά δυνατά τα στασίδια.
Στη συνέχεια αρχίζουν από νωρίς οι προετοιμασίες για την Ανάσταση. Πρώτο μέλημα το μάζεμα των ξύλων για το άναμμα της φωτιάς, «της Λαμπρατζιάς» στην αυλή της εκκλησίας. Κι εδώ συναγωνισμός για το ποιός θα φέρει το πιο μεγάλο ξύλο «τον κούζαλο» γιατί η μεγάλη φωτιά πρέπει να διαρκέσει μέχρι πρωϊας.
Τα μεσάνυχτα με το «Δεύτε λάβετε φώς...» όλοι θα ανάψουν τις λαμπάδες από το 'Αγιο Φώς και θα ακολουθήσει η λιτανεία γύρω από την εκκλησία. Ο ιερέας θα διαβάσει το Ευαγγέλιο της Ανάστασης και με το «Χριστός Ανέστη...». Μετά την Λειτουργία ο κόσμος πάει σπίτι του και όλη η οικογένεια θα απολαύσει τη ζεστή σούπα, την αυγολέμονη ή την μαγειρίτσα, και την βραστήν όρνιθα. Θα τσουγκρίσουν τα κόκκινα αυγά και θα είναι νικητής όποιου το κόκκινο αυγό μείνει γερό μέχρι το τέλος. Το γερό αυγό ο νικητής θα το φυλάξει ολόχρονα. Και βέβαια η φλαούνα έχει στο τραπέζι την τιμητική της θέση.
Η Δεύτερη Ανάσταση (Εσπερινός της Αγάπης) θα γίνει το απόγευμα της Κυριακής. Σε πολλούς ναούς, ιδίως στην Αρχιεπισκοπή και στις Μητροπόλεις, η ακολουθία γίνεται το πρωί και το Ευαγγέλιο διαβάζεται σε γλώσσες. Η ακολουθία αυτή δίνει την ευκαιρία της συμφιλίωσης και της αδελφοσύνης. Οι χωριανοί και οι ενορίτες ανταλλάσσουν ασπασμούς και το φιλί της αγάπης. Συνοδευτικά Έθιμα του Εσπερινού είναι η λιτανεία των Εικόνων και ο χορός, που αρχίζει με τραγούδια και κάποτε τον σύρει ο ίδιος ο παπάς.
Το απόγευμα της Κυριακής κλείνει συνήθως το κάψιμο του Ιούδα, έθιμο σχεδόν Πανελλήνιο. Στη Κύπρο όμως τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας έφτιαχναν το είδωλο του Ιούδα σατυρίζοντας τους ξένους και τον έντυναν σαν σύγχρονο της εποχής 'Αγγλο με το ημίψηλο καπέλο και το μπαστούνι του.
Την Κυριακή του Πάσχα τρώνε κρέας, ψητό αρνί, το οποίο ήταν και είναι απαραίτητο στο πασχαλινό τραπέζι.
'Αλλα κυπριακά εδέσματα του Πάσχα είναι:
- Η Αυκωτή από ζυμάρι σχήμα θήκης με κόκκινα αυγά.
-Η Πασκιά, Πασχαλινή πίτα με γέμιση. Οι «πασκιές», πήραν το όνομά τους από το Πάσχα. Η γέμισή τους αποτελείται από μικρά κομμάτια τηγανισμένου κρέατος, αρνιού ή εριφιού, με κανέλα, πιπέρι και κρεμμύδια, ανακατεμένου με «φουκό» (γέμιση) των «φλαούνων»
-Το Πασχαλινό πουργούρι με κατσίκι. Πρόκειται για επιβίωση του πανάρχαιου χριστιανικού εθίμου των συμποσίων-αγαπών σε χωριά της κυπριακής υπαίθρου. Στο χωριό 'Αγιος Δημήτριος Μαραθάσας καταγράφεται από τον Κ. Κοκκινόφτα (1989, 38) ότι την Κυριακή του Πάσχα, οι κάτοικοι αφού παρακολουθούσαν την λειτουργία της Ανάστασης και μεταλάμβαναν, συγχωρώντας ο ένας τον άλλο μαζεύονταν όλοι στην αυλή της εκκλησίας όπου κάθονταν σε κοινό τραπέζι και διασκέδαζαν μέχρι αργά. Κάθε οικογένεια πήγαινε στην εκκλησία με καλάθια που περιείχαν παξιμάδια, φλαούνες, χαλούμια, αυγά κόκκινα. Ο παπάς τα ευλογούσε διαβάζοντας ειδική ευχή, την «ευχή των καλαθιών». Το έθιμο αυτό έχει πλέον εξαλειφθεί από τα χωριά της υπαίθρου.
Από τα πιο γνωστά πασχαλινά παιχνίδια είναι «οι Σούσες», ή «Κούνιες» έχει τη ρίζα του στην Αρχαία Αθήνα. Πάρα πολύ γνωστά ήσαν τα τραγούδια της σούσας, ωραιότατα δίστιχα, κατά το πλείστον ερωτικά.